Διαφημίσεις

Google
 

Από τη νέα Διεύθυνση

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Κυριακή, Αυγούστου 13, 2006

Moonstruck I

Ένα καλοκαίρι πριν χρόνια είχαμε μείνει για λίγες μέρες σε ένα ξενοδοχείο στην Κέρκυρα, κοντά στο Λιστόν. Το δωμάτιο που μας είχαν δώσει ήταν το τελευταίο του παλιού κτιρίου και δεν είχε θέα την πλατεία αλλά τις στέγες τις πόλης. Περιέργως αυτή η θέα με μάγεψε περισσότερο. Επειδή και το δωμάτιό μου στην Αθήνα ήταν σε δώμα, ένοιωσα μια συγγένεια. Με κατέλαβε δε μια περίεργη συγκίνηση που προσπάθησα να την κάνω κάποιας μορφής ιστορία. Μετά από δυο αποτυχημένες απόπειρες, έγραψα, πιο ελεύθερα, το κείμενο που ακολουθεί και που είναι μια ονειροφαντασία. Την ανεβάζω έτσι για να φύγω λίγο από το βαρύ κλίμα του προηγούμενου ποστ. Επειδή είναι μεγάλο κείμενο θα το βάλω σε συνέχειες. Ιδού η πρώτη.

Αγαπώ το φεγγάρι. Ρίχνει μια ασημένια λάμψη σ' όλη τη σκουριά της ζωής μας, της στιλβώνει την όψη.
Το κοιτώ από το παράθυρό μου να περιδιαβαίνει τις στέγες, να στρίβει γωνίες οικοδομών κι ύστερα να κρύβεται πίσω από περαστικές σοφίτες. Κρυφογελάει καθώς το ψάχνω, κρατάει την ανάσα του για λίγο, κι ύστερα, ικανοποιημένο με το κατόρθωμά του, και την αγωνία μου, βγαίνει από την κρυψώνα του για να γαντζωθεί μ' ένα σάλτο στο πρώτο τυχαίο άστρο, φουσκωμένο από περηφάνεια, με μάγουλα που ροδίζουν από χαρά κι αταξία.
Η πλάση όλη αυτές τις ώρες είναι με το δάχτυλο στο στόμα. Νυχοπατεί και τρέχει περίεργη να κοιτάξει το νυχτερινό γλεντζέ. Κι εγώ βγάζω τα παπούτσια μου, σκαρφαλώνω το μικρό τοιχάκι που με χωρίζει από την οροφή του δώματος και σπεύδω να καλησπερίσω το φίλο μου.

-Καλησπέρα φεγγάρι
-Θα 'ναι καλή, στο υπόσχομαι.
-Θα με πάρεις βαρκάδα;
-Ο Γαλαξίας έχει φουρτούνα σήμερα. Άλλη φορά.
-Θα μου κάνεις εκπλήξεις;
-Εγώ όχι. Αλλά σου φυλάει μία η νύχτα.

Φυλάει πολλές στ' αλήθεια μα για μένα μόνο αυτή η μιά κεντρίζει τη μνήμη. Ήταν Απρίλης όταν την είδα εκεί πάνω στο δάσος των κεραιών. Την πήρα για σκιά, μια φεγγαραχτίδα που τρεμόπαιζε, ένα πουκάμισο απλωμένο, κάτι απλό τέλος πάντων..

Μα εκείνη χόρευε! Χόρευε το χορό της διάψευσης και της λήθης.

Είναι παράξενο να το πω: ο χορός της είχε φωνή. Μια γλώσσα άγνωστη, τραγουδιστή, με μετάλλινους φθόγγους, καθαρή σα σταγόνα που δραπετεύει από το ξεχειλισμένο ποτήρι, σαν την πρώτη μας σκέψη..

Ξέχασα το φίλο μου το φεγγάρι. Προσβλήθηκε κι έτρεξε να κρυφτεί πίσω από ένα σύννεφο μ' όψη χλωμή. Μου αρνήθηκε το φως του κι η εικόνα εκείνης έσβησε στο αδυσώπητο άγγιγμα της σκιάς. Ώρα πολλή προσπάθησα με λόγια παρακαλεστικά να το εξευμενίσω. Μιά σταλίτσα φως, τόση δα λιγάκι..

Τίποτα!

Πεισμωμένο σα ζηλιάρα ερωμένη κούρασε την ελπίδα μου και πήρα πίσω το δρόμο προς τις μονιές των ανθρώπων με ένα ερώτημα στα στήθια: Θα την ξαναδώ;