Διαφημίσεις

Google
 

Από τη νέα Διεύθυνση

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Παρασκευή, Ιανουαρίου 05, 2007

Του Σουλτάνου ή του Δόγη;

Η πρόσληψη της εθνικής ταυτότητας είναι αποτέλεσμα χρόνιας έκθεσης σε ιδεολογικές τοξίνες. Γιατί η έννοια έθνος είναι ιδεολόγημα. Από τότε που οι Γάλλοι σήκωσαν την σημαία της επανάστασής τους, τα ‘έθνη’ βάλθηκαν να ορίζουν τον εαυτό τους, να ανακαλύπτουν αλύτρωτες γαίες, προπάτορες στην άκρη της οικουμένης, κυριαρχικά δικαιώματα στα αμπέλια του γείτονα και ούτω καθεξής.

Η πρόσληψη της εθνικής ταυτότητας χρήζει όμως πάντα κάποιας φορεσιάς, κάποιου φολκλόρ, κάποιου λαϊκού χρώματος που τη ράβει στον μεγάλο ράφτη των πολιτισμών. Σίγουρα ο Γάλλος αισθάνεται διαφορετικός από τον Αμερικάνο αλλά κι οι δύο αισθάνονται μέρος του δυτικού πολιτισμού. Κοντοχωριανοί, άσπονδοι φίλοι.

Και για τους περισσότερους λαούς κάπως έτσι πάει η ιστορία, ανεξαρτήτως της βαθμίδας ανάπτυξης της έννοιας έθνος στην συνείδησή τους.

Υπάρχει ένα προβληματάκι όμως: οι πολιτισμοί έχουν γεωγραφικό εντοπισμό. Κι εφόσον υπάρχει γεωγραφία υπάρχουν και σύνορα. Τι γίνεται τότε με τους λαούς που βρίσκονται στην συνοριακή γραμμή; Η πολιτισμική εγγύτητα επηρεάζει την εθνική συνείδηση;

Είναι ένα ερώτημα που πολύ έχει απασχολήσει και απασχολεί τους νεο-έλληνες.

Να το πω απλά. Όταν ο Καραμανλής διακήρυσσε το “Ανήκωμεν εις την Δύσιν” μάλλον εξόρκιζε δαιμόνους αφού οι περισσότεροί μας νοιώθουμε περισσότερο ανατολίτες και λιγώτερο ευρωπαίοι. Το ότι νοιώθουμε ανατολίτες είναι συναρτημένο με τον εθνικό μύθο: είμαστε οι απόγονοι των αρχαίων ελλήνων που μεταλάχθηκαν σε χριστιανούς Βυζαντινούς κι αν δεν ήταν οι μπαγάσες οι Τούρκοι θα ήμασταν τώρα μια περήφανη ανατολική αυτοκρατορία. Κάπως έτσι πάει το κυρίαρχο ιδεολογικό παραμύθι. Μόνο που κάθε παραμύθι σε εθνικό επίπεδο γίνεται δονκιχωτισμός, ο δονκιχωτισμός ωθεί σε περιπέτειες, αυτές σε αποτυχίες, κι οι αποτυχίες σε πόνο. Ο πόνος του εθνικού μας παραμυθιού ήταν το 1922, η μικρασιατική καταστροφή, η απώλεια της Σμύρνης κτλ.

Το περίεργο (ίσως όχι και τόσο) είναι ότι μετά από την απώλεια της ανατολής γίναμε περισσότερο ανατολίτες. Θες οι αναρίθμητοι πρόσφυγες, θες το ρεμπέτικο που εξελίχθηκε σε εθνική μουσική, θες η πικρία προς τη Δύση που δεν μας βοήθησε, κάπου νοιώσαμε ότι δεν ανήκωμεν εις την Δύσιν.

Που ανήκουμε όμως τελικά; Έθνος ανάδελφον, έλεγε ο Σαρτζετάκης κι είχε δίκιο εν μέρει. Εν μέρει μόνο. Ο προσ-ανατολισμός είναι περισσότερο συναισθηματικός πια παρά ιδεολογικός.

Αν κοιτάγαμε πιο ψύχραιμα προς τα πίσω θα διαπιστώναμε (προς μεγάλη ανακούφιση του εθνικού κόμπλεξ) ότι ανήκουμε αρκετά στη Δύση.

Δεν το δικαιολογεί ίσως η Ορθόδοξη θρησκεία μας. Το δικαιολογούν όμως οι δουλείες μας. Γιατί τα τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς στους Οθωμανούς είναι σαφώς λιγώτερα από τα εξακόσια στους Ενετούς (για κάποια μέρη της Ελλάδας) και πάντως όχι λιγώτερα από τετρακόσια γι άλλα.

Το Ενετικό συστατικό του νεο-έλληνα έχει περίεργα αποσιωπηθεί. Σαν να μην ξεκίνησε η νεώτερη λογοτεχνία μας του Ερωτόκριτου και της Ερωφίλης από την ενετοκρατούμενη Κρήτη. Σαν να μην υπήρξε ο Σολωμός κι ο Κάλβος, οι μεγάλοι Ενετοτραφείς και ιταλόγλωσσοι Ιόνιοι. Σαν να μη τύπωσε ποτέ ο Άλδος Μανούτιος…

Ο λόγος αυτής της αποσιώπησης πρέπει να αναζητηθεί στη θρησκευτική μισαλλοδοξία. Καλύτερα το σαρίκι του Σουλτάνου παρά η τιάρα του Πάπα, ήταν η θέση των θρησκευτικών μας ταγών. Ή ο σκούφος του Δόγη, συμπληρώνω εγώ.

Γιατί άραγε; Μαστίγωνε πιο φιλάνθρωπα ο Σουλτάνος; Ανασκολόπιζε με περισσότερο τακτ; Εξανδραπόδιζε με περισσή αβρότητα;

Μπα! Γιατί απλούστατα η εκκλησιαστική ιεραρχία κινδύνευε λιγώτερο κάτω από τον Σουλτάνο.

Για να νοιώσει κανείς την ιστορία πρέπει να ταξιδέψει. Πρέπει να ψαύσει τις ουλές που αυτή έχει αφήσει στο χώμα. Μια μεγάλη εκδρομή από τη Βενετία, τα Δαλματικά παράλια, τα Επτάνησα μέχρι την Κρήτη, πείθει. Πείθει ότι ανήκαμε και στη Δύση. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ήμασταν κτήση της κι ο πολιτισμός που άφησε πίσω της έγινε μέρος του δικού μας.

Έχω πολλές και άτακτες σκέψεις για το θέμα, αλλά σταματάω εδώ. Ήθελα απλώς να δώσω τις βασικές αφορμές για συζήτηση. Κλείνω με ένα προβοκατόρικο σύνθημα:

Δεν υπάρχει μόνο μπουζούκι. Υπάρχει και μαντολίνο.