Αυτή που έκανε μπάνιο στη λιμνούλα, στο παρκάκι, σήμερα το πρωί. Και δεν ήταν μόνη της. Είχε μαζί της και την οικογένεια, τους φίλους, το σόι, τον κοινωνικό περίγυρο, ό, τι τελοσπάντων.

-Πού ήσουνα κυρά μου; ρώτησα. Και πού βρέθηκε πάλι το νερό στη λίμνη;

-Όχι πολύ μακριά. Να, σ’ εκείνο το κλουβί πίσω απ’ τα δέντρα. Κι όσο για το νερό, μια βρυσούλα αρκεί ν’ ανοίξεις.
-Και καλά, τι έγινε; Δραπετεύσατε, πιάσατε όμηρο τον φύλακα, σπάσατε το κλουβί;

-Μπα, απλώς πέρασε η εποχή του φόβου.

-Ποιου φόβου;

-Του φόβου της γρίπης των πτηνών.

Κατάλαβα. Λήξη συναγερμού. Κανένας πια δεν θυμάται τη γρίπη των πουλερικών, όπως κανένας δεν θυμάται και τα πουλερικά. Μπορούνε ξανά να παίζουνε ελεύθερα κάτω απ’ το βλέμμα της αδιαφορίας μας. Και η υστερία τι έγινε; Ε, είναι μερικές αρρώστειες που δεν προαναγγέλλονται, αλλά περιοδικά υποτροπιάζουν.