Διαφημίσεις

Google
 

Από τη νέα Διεύθυνση

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Σάββατο, Μαΐου 13, 2006

Καίγοντας βιβλία


Η ιστορία αφορά μια φιγούρα που μοιάζει πολύ στον Γκάνταλφ του Άρχοντα των Δακτυλιδιών: είναι γέρος, σοφός και, πολλοί λένε, μάγος. Η επιρροή του δεν περιορίζεται στον πολυάριθμο κύκλο των μαθητών του αλλά αγγίζει ηγεμόνες κι αυτοκράτορες. Οι άνθρωποι της εκκλησίας τον μισούν και τον φοβούνται αλλά δε τολμούν να τον αγγίξουν. Αυτό σε τίποτα δεν τους εμποδίζει να ζητούν την βοήθειά του. Κι αυτός την παρέχει, όχι από φιλοσοφική ομοφωνία, αλλά από πολύπλοκο και σοφό πολιτικό οραματισμό.

Ο χρόνος είναι παρελθόν: πεντακόσια πενήντα χρόνια πίσω, σε ένα καιρό λίγο πριν την πτώση και την συντριβή, αλλά και συγχρόνως πριν το ξύπνημα και την αναγέννηση.

Κι ο τόπος είναι ελληνικός και γι αυτό μυθικός. Ηρωικός και δοσίλογος, αντάρτης και υποταγμένος.

Βρισκόμαστε στο 1452. Κι η ιστορία αρχίζει από τη στιγμή που ο γέρος αφήνει τον κόσμο πλήρης ημερών κι αφήνει πίσω του ένα και μοναδικό βιβλίο, απόσταγμα ζωής, κόπο και καρπό χρόνων, που πρόκειται να γίνει το 'μπεστ σελλερ' του ενός αντιτύπου.

Το βιβλίο δεν είναι αιρετικό. Είναι ειδωλολατρικό. Δεν παρέχει τα συνήθη προβλήματα στους εξασκημένους θεολόγους, αφού τους απορρίπτει συλλήβδην. Και τέλος δεν είναι τυχερό. Γιατί μόλις ο γέρος πεθαίνει, περιέρχεται στην κατοχή της γυναίκας του ηγεμόνα που από άγνοια, φόβο, βλακεία, πολιτικό υπολογισμό -ποιος μπορεί αλήθεια να ξέρει- το παραδίδει στον ορκισμένο εχθρό του.
Κι αυτός με τη σειρά του, όπως ο ίδιος ανερυθρίαστα ομολογεί, το καίει.

Κι έτσι χάνεται για πάντα ένα ανεπανάληπτο μνημείο πνευματικής ανταρτωσύνης και αποκοτιάς, ίσως κι αφέλειας, μα οπωσδήποτε μοναδικής γοητείας. Κι ότι έχει μείνει ως σήμερα για να μπορούμε να το συζητάμε, είναι αποσπάσματα που έσωσαν οι μαθητές κι οι φίλοι από αντιγραφές ή προφορικές καταγραφές...



Ο Γεώργιος Γεμιστός, ο αποκαλούμενος Πλήθων, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από μάλλον επιφανή οικογένεια. Η νεότητά του είναι σχεδόν παντελώς άγνωστη. Γνωρίζουμε μόνο ότι κάποια στιγμή φτάνει στην πρωτεύουσα του Μεγάλου Τούρκου και μαθητεύει υπό έναν επίσης ελάχιστα μνημονευόμενο Εβραίο, ονόματι Ελισαίο.
Στην Αδριανούπολη θα περάσει ικανό χρόνο μέχρις να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη κι από κει να μεταβεί οριστικά στο Μυστρά ενώ ο δάσκαλος του θα καεί στην πυρά, ως υποστηρικτής φιλελεύθερων και μεταρρυθμιστικών ιδεών.

Αν περπατήσεις ξυπόλητος στην κοιλάδα του Ευρώτα, αν ανέβεις τα μονοπάτια του Ταΰγετου κι αν είσαι γνώστης του αρχαίου κόσμου, τότε αυτός ξυπνά και σε στοιχειώνει.
Κι ο Γεμιστός γέμισε από τέτοια φαντάσματα. Φαντάσματα των βιβλίων και των ερειπίων. Φαντάσματα του ημίφωτος και του νου.

Μια μέρα ένα φάντασμά του με την όψη του Πλάτωνα του παίρνει την ψυχή. Οριστικά. Κι από τότε ως το τέλος της ζωής του αρνείται το Χριστό και προσκυνά ξανά το Δία και σκέφτεται σαν τον Πλάτωνα.
Πλάτων – Πλήθων,όχι τυχαία.

Δεν κρύβεται αλλά και δεν ξανοίγεται. Διδάσκει τα πιστεύω του κ ι η αφρόκρεμα των διανοουμένων της εποχής τον ασπάζεται. Στην Φεράρα και στη Φλωρεντία, που τον έχουν καλέσει να συμμετάσχει στη σύνοδο για την ένωση των εκκλησιών, αυτός μαζεύει γύρω του τα φυντάνια που αργότερα θα γίνουν η αναγέννηση και τους διδάσκει τον Πλάτωνα. Ο μαθητής του Βησσαρίων θα γίνει καρδινάλιος της καθολικής εκκλησίας και θα τον στηρίζει μέχρι τέλους ενώ θα μείνει στην Ιστορία για τη Βιβλιοθήκη του που περισώζει μεγάλο μέρος της αρχαίας γραμματείας.

Πίσω στο Μυστρά, ο Πλήθων συντάσσει μνημόνια προς το Δεσπότη που τον καλεί να αναμορφώσει το στρατιωτικό και οικονομικό σύστημα του Δεσποτάτου. Και συνεχίζει να διδάσκει και να μελετά. Μέχρι τέλους..

Όσο αφελή και ρομαντικά να μοιάζουν αυτά, φέρνουν στην επιφάνεια το ίδιο ερώτημα: Πόσο ένας άνθρωπος μπορεί να διαφέρει; Πόσο τον αντέχουν; Και τι τίμημα πρέπει να πληρώσει;

Το τίμημα του Πλήθωνα ήταν ο μεταθανάτιος διωγμός μέχρι εξαλείψεως του πνευματικού του έργου. Και το έργο του σύντομα ακολουθεί ο τόπος του κι οι ελπίδες του.

Αλλά ήταν στ' αλήθεια τρελός όταν κήρυττε ότι οι Έλληνες πρέπει να βασιστούν μόνο στις δικές τους δυνάμεις για ν' αντιμετωπίσουν την εξωτερική απειλή και την επερχόμενη λαίλαπα; Είναι τρελός όταν ζητάει να καταργηθεί ο μισθοφορικός στρατός και να γίνει στρατός κληρωτών; Είναι τρελός όταν ζητάει να θεωρείται ελεύθερο αγαθό η γη που λυμαίνονται οι φεουδάρχες και να την καλλιεργεί όποιος έχει τη δύναμη και το επιθυμεί; Είναι τρελός όταν αποκηρύσσει το μοναχισμό που μειώνει τον πληθυσμό και προσφέρει ραχάτικη ασφάλεια σε καιρό κινδύνων; Είναι τρελός, τελικά, που πιστεύει ότι πίσω από την κακοδαιμονία κρύβεται η ορθόδοξη εκκλησία κι η θρησκεία; Και μήπως τα γεγονότα τον δικαιώνουν; Γιατί, ας πούμε, ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο φλογερώτερος διώκτης του, ο άνθρωπος που έκαψε το μοναδικό αντίτυπο των “Νόμων” του, γίνεται Πατριάρχης της αλωθείσας Κωνσταντινούπολης;

Τελικά το σπορ της καύσης βιβλίων ένα καταφέρνει: ο Σάρουμαν ανοίγει την κερκόπορτα κι ο Σώρον γίνεται πορθητής.